- Ντε Στάελ, Νικολά
- (Nicolas de Stael, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία 1913 – Αντίμπ, Γαλλία 1955). Ρώσος ζωγράφος. Ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της μεταπολεμικής περιόδου. Ανήκε σε εύπορη οικογένεια και τελείωσε κλασικές σπουδές στις Βρυξέλλες, όπου παρακολούθησε και μαθήματα στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών. Ταξίδεψε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Αφρική και το 1939 κατατάχτηκε στη Λεγεώνα των Ξένων και πολέμησε στην Τυνησία. Επιστρέφοντας στη Γαλλία - πρώτα στη Νίκαια και ύστερα στο Παρίσι - συνδέθηκε με τον Μπρακ και, παρά τις μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες, επιδόθηκε με πάθος στη ζωγραφική. Το έργο του άρχισε να γίνεται ευρέως γνωστό περίου το 1947. Οι πίνακές του παρουσίαζαν τότε σε μεγάλες διαστάσεις δέντρα, ρίζες, αντικείμενα κοινής χρήσης, και τοπία, εκφράζοντας –παρά την αποφασιστική βαθμιαία αφαιρετική διεργασία– ένα ζωντανό πάντοτε ενδιαφέρον για το φυσικό δεδομένο. Μετά το 1950 μια σειρά εκθέσεων στο Παρίσι, στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη στερέωσε τη φήμη του, ενώ ο ίδιος ταξίδεψε και πάλι στην Ολλανδία, στην Αμερική και στην Ιταλία· τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε στη Μενέρμπ, στη Σικελία και στη νότια Γαλλία, όπου, ύστερα από μια περίοδο νευρασθένειας, έθεσε τέρμα στη ζωή του.
Ο Ν. συμμετέχει με την προσωπικότητά του στα πιο ζωντανά πολιτιστικά ρεύματα της δεύτερης μεταπολεμικής περιόδου: από τη μία πλευρά συγγενεύει σε βάθος με καλλιτέχνες όπως ο Πόλοκ και ο Βολς και με ορισμένες μορφές της κηλιδογραφίας, της ενεργειακής ζωγραφικής και της άμορφης τέχνης, ενώ από την άλλη, οι σύνδεσμοί του με την αντίθετη προς αυτά τα ρεύματα μεγάλη γαλλική παράδοση από τον κυβισμό έως τον Ματίς δεν διακόπηκαν ποτέ.
«Σικελικό τοπίο» (1954). Η τέχνη του ζωγράφου, αν και συνδέεται με ορισμένες μορφές της «κηλιδογραφίας», της «ενεργειακής ζωγραφικής» και της «άμορφης τέχνης», διατήρησε στενές σχέσεις με τη γαλλική παράδοση, από τον κυβισμό ως το Ματίς (Παρίσι, Συλλογή Ντνυμπούρ).
Dictionary of Greek. 2013.